ἐμπλαστόν

ἐμπλαστόν
ἐμπλαστός
daubed on
masc acc sg
ἐμπλαστός
daubed on
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἔμπλαστον — ἔμπλαστος daubed on fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μπλάστρι — το έμπλαστρο, κατάπλασμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < μνσ. ἐμ πλάστρ ιον, υποκορ. τού ἔμ πλαστρον < αρχ. ἔμπλαστον < ἐμ πλάσσω (πρβλ. έμπλαστρο)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”